Οριοθέτηση χωρίς τιμωρία

ar1

Το θέμα της πειθαρχίας είναι ένα θέμα που απασχολεί πολύ συχνά τους γονείς σχετικά με την ανατροφή του παιδιού τους. Πολλές φορές υπάρχουν σκέψεις όπως: «Ποια μέθοδο να χρησιμοποιήσω;», «Το κάνω καλά;», «Γιατί η μέθοδος που χρησιμοποιώ λειτουργεί στο ένα μου παιδί και στο άλλο όχι;», «Είναι χρήσιμο να χρησιμοποιήσω τιμωρία;»

Η τιμωρία μπορεί για χρόνια να αποτελούσε μέσο διαπαιδαγώγησης, ωστόσο έχει πλέον αποδειχθεί ότι δεν αποτελεί έναν λειτουργικό και αποδοτικό τρόπο διαπαιδαγώγησης. Αυτό συμβαίνει, διότι μέσω της τιμωρίας δεν διδάσκουμε το παιδί τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να κάνει επιλογές. Επιπλέον, δημιουργούμε ένα αίσθημα εκδικητικότητας απέναντι μας, αφού με την τιμωρία στερούμε πάντα ένα συγκεκριμένο «κάτι» από το παιδί, το οποίο μάλιστα δεν σχετίζεται με την πράξη που εκδήλωσε. Όταν για παράδειγμα, το παιδί στερείται την τηλεόραση ή τη βόλτα του, επειδή δεν έφαγε το φαγητό του ή δεν διάβασε τα μαθήματά του, επιλέγουμε να το τιμωρήσουμε, κάνοντάς το να αισθανθεί θυμό για το πρόσωπό μας. Ακόμη, δεν καταφέρνουμε να του μάθουμε να κρίνει αναλόγως αν η συμπεριφορά που σκέφτεται να εκδηλώσει, θα του επιφέρει κάποια θετική ή αρνητική συνέπεια.

Ουσιαστικά, μέσα από τη μέθοδο της οριοθέτησης στοχεύουμε να διδάξουμε στο παιδί ότι οτιδήποτε κι αν κάνει, αυτό επιφέρει πάνω του μια συνέπεια. Δηλαδή, η ίδια του η πράξη επιφέρει τη συνέπεια και όχι εμείς με τη «δύναμη» που έχουμε ως γονείς. Για παράδειγμα, αν το παιδί δεν φάει, η φυσική συνέπεια της πράξης του θα είναι να πεινάει, αν καταστρέψει ένα χρήσιμο αντικείμενο, η φυσική συνέπεια είναι ότι θα πρέπει να βρει τρόπο να το επιδιορθώσει ή να το αντικαταστήσει.

Για να λειτουργήσει η οριοθέτηση, είναι χρήσιμο να αποφύγουμε τη γενίκευση και τους χαρακτηρισμούς. Αντί, λοιπόν, να πούμε « Πάλι άφησες άνω κάτω το δωμάτιό σου; Πόσο τεμπέλης είσαι…», μπορούμε να πούμε «Καλό είναι τα παιχνίδια να μπαίνουν στη θέση τους για να μπορείς την επόμενη φορά να βρίσκεις ότι χρειάζεται. Αν το παιδί επιλέξει, ακόμη και μετά από αυτή την τοποθέτηση, να μην τακτοποιήσει το δωμάτιό του αφήνουμε να βιώσει τη φυσική συνέπεια της πράξης του, χωρίς να το πιέσουμε να επιλέξει το «σωστό». Είναι καλό να αποφεύγουμε να κατηγορούμε και να γενικεύουμε, να χαρακτηρίζουμε, να απειλούμε, να διατάζουμε, να κάνουμε κήρυγμα και να δωροδοκούμε.

Επομένως με την οριοθέτηση μαθαίνουμε στο παιδί να υπακούει όχι με τη χρήση αυστηρών κανόνων και τιμωριών. Η οριοθέτηση δεν είναι κάτι που επιβάλλεται αλλά κάτι που μαθαίνεται, η οποία οδηγεί σε μια πειθαρχία που κατά βάση στηρίζεται στην αγάπη και την εμπιστοσύνη. Για να γίνει σωστή οριοθέτηση έχει σημασία ο τρόπος που θα διατυπωθεί η κάθε πρόταση για την εκάστοτε συνθήκη. Είναι σημαντικό να ενημερώνουμε το παιδί για το ποια είναι η θετική και η αρνητική συνέπεια της αντίθετης συμπεριφοράς και μετά να του επιτρέπουμε να διαλέξει ότι θέλει. Να είστε σίγουροι ότι όταν το παιδί βιώσει την αρνητική συνέπεια μιας συμπεριφοράς του, την επόμενη φορά θα το σκεφτεί διπλά!